λητάρι

λητάρι
το
σκοινί με το οποίο δένουμε σκυλιά κτλ.

Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.

Игры ⚽ Нужно решить контрольную?

Look at other dictionaries:

  • λητάρι — το σχοινί για δέσιμο ζώων. [ΕΤΥΜΟΛ. < μσν. λητάριν < εἰλητάριον, υποκορ. τού επιθ. εἰλη τός «στρεπτός, κλωσμένος» < εἰλέω] …   Dictionary of Greek

  • λυτάρι — το βλ. λητάρι …   Dictionary of Greek

  • λυτάρι — το βλ. λητάρι, το …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”